Οι θέσεις της ΠΕΠΕ για το Εργασιακό Νομοσχέδιο

      Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Οι θέσεις της ΠΕΠΕ για το Εργασιακό Νομοσχέδιο

Οι θέσεις του Σωματείου Μηχανοδηγών για το Εργασιακό Νομοσχέδιο,  με υπόμνημα που κατέθεσε στον Υπουργό Εργασίας κ. Χατζηδάκη.

Η Π.Ε.Π.Ε. είναι το μοναδικό Σωματείο στον σιδηρόδρομο που πήρε θέση για το Νομοσχέδιο και συμμετείχε στην δημόσια διαβούλευση. 

Αναλυτικά κατ’ άρθρο:

Χρόνος εργασίας  (άρθρο 57)

•  Με τις νέες ρυθμίσεις αλλάζουν τα όρια της υπερωρίας. Οριο της νόμιμης υπερωρίας τίθενται οι 3 ώρες ημερησίως και οι 150 ώρες ετησίως με προσαύξηση αμοιβής της τάξεως του 40% επί του καταβαλλόμενου ωρομίσθιο για κάθε ώρα μέχρι και τις 150 ετησίως.

•  Με τρόπο  αυξάνεται το βάρος για τους εργαζομένους αφού δίνεται η δυνατότητα για παραπάνω 30 ωρες ετήσια παροχή υπερωριακής εργασίας και έτσι εμμέσως μειώνεται το κόστος εργασίας.

•  Μάλιστα, προβλέπεται ότι με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα του Υπ. Εργασίας είναι δυνατόν να χορηγείται άδεια υπερωριακής απασχόλησης των μισθωτών όλων των επιχειρήσεων και εργασιών καθ’ υπέρβαση των ως άνω ορίων, η οποία θα αμείβεται με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 60%.

•  Όμως, οι πολύωρες υπερωρίες εξαντλούν  τους εργαζόμενους και συνδέονται με την διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα.  Πρέπει να υπάρχει επίσης έλεγχος κατά πόσον πράγματι καλύπτονται έκτακτες ανάγκες της επιχείρησης και δεν καλύπτονται  ανάγκες σε εργασία σε τακτική βάση.

•  Συνεπώς πρώτον δεν πρέπει να αυξηθούν οι υπερωρίες και δεύτερον πρέπει να προβλεφθεί μηχανισμός ώστε να ελέγχεται προληπτικά εάν πράγματι εξυπηρετούνται έκτακτες ανάγκες.

Διευθέτηση  χρόνου εργασίας (άρθρο 57)

Ο μηχανισμός της διευθέτησης είναι εξαιρετικά επικίνδυνος για τους εργαζομένους. Αυξάνει το βάρος της εργασίας, ανατρέπει την οικογενειακή ζωή χωρίς να προβλέπεται οικονομική αποκατάσταση της αναταραχής της οικογενειακής ζωής.

•  Υπό το ισχύον καθεστώς, η διευθέτηση επιτρέπεται αποκλειστικά με ΣΣΕ ή συλλογικές συμφωνίες. Εξαφανίζεται  με την προτεινόμενη ρύθμιση  μια κρίσιμη ασφαλιστική δικλείδα. Ο εργαζόμενος θα είναι στο έλεος των εργοδοτικών πιέσεων για να αποδεχθεί τη διευθέτηση. Στο εργατικό δίκαιο, υπάρχει μια καχυποψία ως προς τον ελεύθερο χαρακτήρα της βούλησης του εργαζομένου. Συνεπώς, μόνο η διευθέτηση με ΣΣΕ θεωρείται ότι διασφαλίζει τη γνησιότητα της βούλησης των εργαζομένων.

•  Η δήθεν απαιτούμενη αίτηση των εργαζομένων για τη διευθέτηση συνήθως δεν θα είναι προϊόν ελεύθερης βούλησης, αλλά εξαναγκασμένη ενέργεια, λόγω της υπάρχουσας σχέσης εξάρτησης από τον εργοδότη.

•  Ακόμη και αν δεχθεί κανείς ότι  υπάρχουν περιπτώσεις που ο ίδιος ο μισθωτός θα την προτείνει, επειδή εξυπηρετεί τις προσωπικές του ανάγκες,  δεν εξασφαλίζεται οτι αυτό θα ισχύσει  στην πράξη. Απουσιάζει κάθε είδους συλλογική παρέμβαση των εργαζομένων είτε πριν είτε μετά την υποτιθέμενη συμφωνία.

•  Συνεπώς, πρέπει να αποκλεισθεί η διευθέτηση με ατομική συμφωνία και να ενισχυθεί ο ρόλος των εκπροσώπων των εργαζομένων και της Επιθεώρησης Εργασίας.

Καταγγελία σύμβασης εργασίας συνδικαλιστικών στελεχών (άρθρο 87)

Με τις νέες ρυθμίσεις μεταβάλλεται πλήρως το καθεστώς προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών έναντι της καταγγελίας, ενώ μειώνεται και ο αριθμός των προστατευομένων.

Όχι μόνο διευρύνονται εξαιρετικά οι λόγοι προσφυγής στην καταγγελία, αλλά απουσιάζει κάθε είδους προληπτικού ελέγχου.

Ειδικότερα, θα μπορούν να απομακρύνονται εκλεγμένοι συνδικαλιστικές όχι μόνο για προσωπικούς, αλλά και για οικονομικούς λόγους. Π.χ. η συνειδητή κατάργηση της θέσης εργασίας συνδ. στελέχους μπορεί να θεωρηθεί ότι  αποτελεί σπουδαίο λόγο καταγγελίας. Αυτό θα οδηγήσει σε μεθοδεύσεις για απόλυση συνδικαλιστών.

Μάλιστα, το παραπάνω συνδυυάζεται και με το γεγονός οτι η καταγγελία του συνδικαλιστικού στελέχουν γίνεται χωρίς προληπτικό έλεγχο εκ μέρους κάποιας Επιτροπής. Δηλαδή,  ο εργοδότης θα μπορεί να απολύσει το στέλεχος αμέσως, απλά επικαλούμενος σπουδαίο λόγο και στη συνέχεια θα αναμένει κανείς μετά από μήνες ή και χρόνια την απόφαση του Δικαστηρίου για να κρίνει εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος.

Επίσης, δεν προβλέπεται καμιά προστασία σε περίπτωση μετάθεσης

Συνεπώς,  πρέπει να προβλεφθεί η προληπτική προστασία των στελεχών κατά της καταγγελίας και κατά της μετάθεσης. Τέλος πρέπει να διατηρηθεί ο ίδιος αριθμός προστατευομένων συνδικαλιστικών στελεχών.

Καταγγελία σύμβασης εργασίας κοινών εργαζομένων (άρθρα 65)

Μέχρι σήμερα, σε κάθε περίπτωση παράνομης καταγγελίας αναγνωριζόταν η ακυρότητα της καταγγελίας, διατασσόταν η επαναπρόσληψη και καταβάλλονταν μισθοί υπερημερίας από την απόλυση μέχρι την επαναπρόσληψη.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις, η επαναπρόσληψη και η καταβολή μισθών υπερημερίας περιορίζεται σε ορισμένες περιπτώσεις. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, θα καταβάλλεται απλά κάποια αυξημένη αποζημίωση. Μάλιστα, η επαναπρόσληψη δεν επιβάλλεται σε όλες τις περιπτώσεις τις οποίες η νομολογία θεωρεί σήμερα ως καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος. Αυτό ισχύει για τις περιπτώσεις εμπάθειας ή εκδίκησης του εργοδότη και  τις περιπτώσεις που απολύεται ο εργαζόμενος ενώ η καταγγελία δεν αποτελεί το έσχατο μέσο ή δεν τηρήθηκαν το κοινωνικά κριτήρια επιλογής σε περιπτώσεις οικονομικοτεχνικών απολύσεων.

Συνεπώς, πρέπει να ορισθεί οπωσδήποτε ότι σε όλες τις περιπτώσεις που απαγορεύεται η καταγγελία, όπως  και σε όλες τις περιπτώσεις που διαπιστώνεται καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος, επιβάλλεται η επαναπρόσληψη και η καταβολή μισθών υπερημερίας

Μητρώο συνδικαλιστικών οργανώσεων (άρθρο 82)

Η προτεινόμενη ρύθμιση δεν εξυπηρετεί καμιά λογική σκοπιμότητα καθώς τα στοιχεία αυτά βρίσκεται στο φάκελλο των συνδικαλιστικών οργανώσεων στο Πρωτοδικείο.

Θεωρείται αδιανόητο αν μια συνδικαλιστική οργάνωση δεν ενημερώνει το ηλεκτρονικό μητρώο, να μην μπορεί να ασκήσει απεργία, να  μην μπορεί να υπογράψει συλλογική σύμβασίας, όπως και τα συνδικαλιστικά στελέχη της να μην χαίρουν προστασίας. Μάλιστα, είναι τραγικό να προβλέπεται οτι χάνονται όλα τα δικαιώματα, όταν υπάρχει και καθυστέρηση καταχώρησης μιας μέρας, ενώ οι προθεσμίες για την καταχώρηση είναι ασφυκτικές. 

Θα πρέπει απλά να καταργηθούν οι σχετικές διατάξεις.

Πόροι συνδικαλιστικών οργανώσεων (άρθρο 84)

Υπό το ισχύον καθεστώς επιτρέπεται ο εργοδότης να χρηματοδοτεί παροχές με τις οποίες θα εξυπηρετούνται κοινωφελείς σκοποί της μοναδικής συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης. Αυτό πλέον με τις προτεινόμενες διατάξεις απαγορεύεται ρητά.

Με τον τρόπο αυτό αποκλείονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις από τη διαχείριση κοινωφελών έργων. Ένας τέτοιος περιορισμός τους στερεί τη δυναμική ώστε να μπορούν να συνδεθούν στενότερα με τους εργαζόμενους και να αναπτύξουν ευρύτερες κοινωφελείς δράσεις. Πρόκειται για περιχαράκωση της δραστηριότητας των συνδικαλιστικών οργανώσεων σε στενά πλαίσια  και μάλιστα ακόμη και όταν ο εργοδότης το αποδέχεται.

Πρέπει να επανέλθει η δυνατότητα εξυπηρέτησης από τον εργοδότη κοινωφελών δραστηριοτήτων εκ μέρους των συνδικαλιστικών οργανώσεων προς όφελος των εργαζομένων.

Κήρυξη απεργίας (άρθρο 91,  92)

Το ζήτημα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας  είναι εξαιρετικά επικίνδυνο σε περίπτωση απεργίας. Είχε ήδη προβλεφθεί και στο ν. 4635/2019, αλλά δεν είχε ενεργοποιηθεί μέχρι σήμερα, μιας και δεν εκδόθηκε ποτέ η προβλεπόμενη υπουργική απόφαση, αλλά και γιατί  έπρεπε να το προβλέπει και το καταστατικό της συνδικαλιστικής οργάνωσης.  Με τις νέες διατάξεις επιβάλλεται άμεσα  η ηλεκτρονική ψηφοφορία ειδικά στην περίπτωση απεργίας και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να το προβλέπει το καταστατικό της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Και, ναι μεν,  προβλέπεται θεωρητικά  η μυστικότητα της ψηφοφορίας αλλά δεν μπορεί να εξηγηθεί με ποιό τρόπο θα διαπιστώνεται η απουσία εργοδοτικών παρεμβάσεων κατά τη στιγμή της ψηφοφορίας.  Ο κίνδυνος άσκησης εργοδοτικών πιέσεων και ελέγχου εκ μέρους των εργοδοτών είναι υπαρκτός.

Συνεπώς πρέπει να παραμείνει η μυστικότητα και το αυτοπρόσωπο της ψηφοφορίας, ώστε να μη φαλκιδευτεί το δικαίωμα απεργίας.

Περαιτέρω, οι προτεινόμενες διατάξεις   καθιστούν υπεύθυνη την οργάνωση  και για συμπεριφορές τρίτων με τους οποίους μπορεί να μην έχει καμιά σχέση και μάλιστα αναφέρεται και  έννοια της άσκησης ψυχολογικής βίας, η οποία περιλαμβάνει τα πάντα και μπορεί να καταλήξει  σε διακοπή της απεργίας. Η διάταξη είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και μπορεί να αποτελέσει πηγή προβοκατόρικών ενεργειών. Πρέπει απλά να απαλειφθεί.

Τέλος, δεν γίνεται αντιληπτό γιατί πρέπει να προσδιορίζεται εκ των προτέρων και η λήξη της απεργίας. Έτσι, αν θέλουν να παρατείνουν και για μια ημέρα μια απεργία που προκηρύχθηκε νόμιμα, θα πρέπει  να ξεκινούν από την αρχή όλες τις διαδικασίες. Αυτό θα αναγκάσει τις οργανώσεις να προκηρύσσουν δράσεις μεγάλης διάρκειας για να μην αναγκάζονται να τηρούν όλες τις διαδικασίες, όταν θέλουν να παρατείνουν και για λίγο την άσκηση πίεσης. Κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να το θέλει κανείς.

Η διάταξη αυτή και ματαιώνει την αποτελεσματικότητα της απεργίας και θα οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα για όλους.

Προσωπικό εξυπηρέτησης στοιχειωδών αναγκών (άρθρο 94)

Σήμερα, σε επιχειρήσεις κοινής ωφελείας οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν την απεργία, οφείλουν πέρα από το προσωπικό ασφαλείας για την αποτροπή καταστροφών να παρέχουν και προσωπικό με το οποίο θα εξυπηρετούνται οι στοιχειώδεις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου.  Το προσωπικό ορίζεται είτε με συλλογική σύμβαση εργασίας είτε απόφαση  μιας Επιτροπής που προεδρεύεται από δικαστή (Επιτροπή του άρθρου 15 ν. 1264/1982) με κριτήριο «το είδος και την κοινωνική κρισιμότητα των αγαθών και των υπηρεσιών που παρέχει η επιχείρηση και την ανάγκη διασφάλισης της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας». Στην προτεινόμενη ρύθμιση  δεν γίνεται καμιά αναφορά στη διασφάλιση του δικαιώματος απεργίας. Επίσης ορίζει ελάχιστη παροχή υπηρεσιών στο 1/3 της κανονικής υπηρεσίας.

Δεν λαμβάνονται υπόψη,  με τη ρύθμιση που προτείνεται, οι ιδιαιτερότητες κάθε περιπτώσεως, αλλά ορίζεται οριζόντια στο 1/3. Ένας τέτοιος καθορισμός  ενδέχεται  οδηγήσει σε ματαίωση του σκοπού της απεργίας. Δεν διασφαλίζεται έτσι η απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ του δικαιώματος απεργίας και των αναγκών του κοινωνικού συνόλου, ώστε να επιτυγχάνεται ο σεβασμός του κανόνα της αναλογικότητας.   

Επίσης δεν προσδιορίζεται ποιά θα είναι η Επιτροπή που θα ορίζει το προσωπικό ασφαλείας και το προσωπικό προσωρινής λειτουργίας, πράγμα που αφήνει αμφιβολίες για την αντικειμενικότητά της.

Οι ισχύουσες διατάξεις δεν πρέπει να αλλάξουν.

            Διαιτησία (άρθρο 98)

Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις προβλέπεται ότι, σε περίπτωση που ασκηθεί αγωγή κατά διαιτητικής απόφασης, θα αναστέλλεται η ισχύς της απόφασης αυτής μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, δηλαδή απόφαση του Αρείου Πάγου, πράγμα που θα συμβαίνει μετά από χρόνια. Δηλαδή,  ακόμη και αν αυτή η αγωγή είναι αβάσιμη, η εφαρμογή της συλλογικής σύμβασης θα παραμένει σε εκκρεμότητα και θα καταβάλλονται  μόνο οι αποδοχές της μετενέργειας. Με τον τρόπο αυτό απαξιώνεται πλήρως και ο μηχανισμός της διαιτησίας και θα ασκούνται συστηματικά καταχρηστικές αγωγές.

Δεν θα πρέπει να προβλέπεται αναστολή  της ισχύος της διαιτητικής απόφασης όταν ασκείται αγωγή.