Ασφαλιστικό νομοσχέδιο: «Ριφιφί» εις βάρος της κοινωνίας

      Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ασφαλιστικό νομοσχέδιο: «Ριφιφί» εις βάρος της κοινωνίας

Με συρραφή διατάξεων που στόχο έχουν να ευνοηθούν τα μεγάλα εισοδήματα και οι επιχειρήσεις εις βάρος κυρίως της μισθωτής εργασίας και των χαμηλοσυνταξιούχων, κόβοντας μια σύνταξη (13η) από 800.000 συνταξιούχους που την έλαβαν στο ακέραιο το 2019, το ασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης έρχεται να δώσει το τελικό χτύπημα στο δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα. Και αυτό καθώς ανοίγει διάπλατα τον δρόμο στην ιδιωτική ασφάλιση μέσω της κατάργησης -που βαφτίζεται «ενσωμάτωση»- του Ενιαίου Επικουρικού Ταμείου (ΕΤΕΑΕΠ) στον ΕΦΚΑ.

Ο ΕΦΚΑ με τη σειρά του θα «μαζέψει» την περιουσία και τις υποχρεώσεις της επικούρησης και του εφάπαξ αφήνοντας «άδειο» τον δεύτερο πυλώνα του συστήματος για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές και τις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων.

Αυτές τις αλλαγές προσπαθεί να συσκοτίσει η κυβέρνηση με μια παροχολογία που μεγεθύνεται σε ψευδή επίπεδα. Με αυξήσεις σε επικουρικές συντάξεις που προκαλούνται από την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ και με λίγο πιο αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης, που αφορούν όμως όσους έχουν τουλάχιστον 33 και περισσότερα χρόνια εργασίας.

Έ. Αχτσιόγλου: Πού είναι ο «μηχανισμός στήριξης»;

«Επιβεβαιώνονται η κατάργηση της 13ης σύνταξης και η μείωση του εισοδήματος των χαμηλοσυνταξιούχων από το νέο ασφαλιστικό» σημειώνει η Έφη Αχτσιόγλου τονίζοντας ότι “στην τελική μορφή του νομοσχεδίου ο περίφημος «μηχανισμός στήριξης», με τον οποίο η κυβέρνηση υποστήριζε ότι δήθεν θα αντικαθιστούσε τη μόνιμη 13η σύνταξη, έχει διαγραφεί.

Στη θέση του υπάρχει μια γενικόλογη διακήρυξη για πολιτικές κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας, κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας. Και φυσικά για το 2020 προβλέπεται η δαπάνη αυτή να είναι εντός των όσων ήδη έχουν προβλεφθεί στον προϋπολογισμό. Θυμίζω ότι στον προϋπολογισμό η Ν.Δ. ψήφισε ότι θα δώσει λιγότερα χρήματα για τις συντάξεις το 2020 απ’ ό,τι δόθηκαν το 2019″.

Οι βασικές αλλαγές

Σύμφωνα με το προσχέδιο του νομοσχεδίου, που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση και αναμένεται να ψηφιστεί στη Βουλή μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου:

* Δίνονται αυξήσεις σε κύριες συντάξεις σε ελάχιστους ασφαλισμένους, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων είναι αδύνατον να φτάσει στα 35 και 40 έτη ασφάλισης και οι ωφελούμενοι από τις περιβόητες αυξήσεις στις κύριες συντάξεις δεν θα ξεπεράσουν τους 70.000.

* Επίσης οι ωφελημένοι από τις αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις (επανέρχονται στα επίπεδα του 2014) περιορίζονται στους 250.000 (και όχι σε 465.000 όπως ισχυρίζεται ο υπουργός Εργασίας) με κυρίως ωφελημένους όσους έχουν ήδη υψηλές συντάξεις.

* Αυξάνονται τουλάχιστον κατά 20% (με την πρώτη εισαγωγική ασφαλιστική κατηγορία) οι εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών. Η αύξηση θα αγγίξει το 90% των ελευθέρων επαγγελματιών, ενώ ταυτόχρονα ευνοούνται τα πολύ υψηλά εισοδήματα, αφού δίνεται η δυνατότητα να πληρώνει την ίδια κατώτατη εισφορά όποιος κερδίζει 80.000 ευρώ με εκείνον που κερδίζει 8.000 ευρώ.

* Καταργείται η παράλληλη εισφορά σε όσους έχουν διπλές ή τριπλές δραστηριότητες και καταβάλλεται μία μόνο εισφορά. Ωστόσο το συγκεκριμένο μέτρο δεν αφορά τα «μπλοκάκια». Αλλά όσους έχουν πολλαπλές παράλληλες δραστηριότητες και συνήθως έχουν και αυξημένα εισοδήματα.

* Δίνεται η δυνατότητα να έχουν επικουρική ασφάλιση και εφάπαξ κλάδοι εργαζομένων όπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αγρότες, που δεν είχαν τέτοια δυνατότητα μέχρι σήμερα. Ωστόσο π.χ. οι αγρότες αδυνατούσαν μέχρι σήμερα να καταβάλλουν τις χαμηλότερες εισφορές του πρώην ΟΓΑ. Ποιος άραγε θα επιλέξει και επικουρική και εφάπαξ;

* Μειώνεται το πέναλτι σε συνταξιούχους που απασχολούνται και δίνεται η δυνατότητα να προσλαμβάνονται συνταξιούχοι σε φορείς Γενικής Κυβέρνησης με μείωση στη σύνταξη μόνο 30%, σε μια περίοδο που η ανεργία στους νέους ξεπερνά το 50%.

* Τέλος υποτίθεται ότι προβλέπονται σταθερές εισφορές (που δεν είναι και τόσο σταθερές αφού αυξάνονται με βάση το ΑΕΠ και το ΔΤΚ) για αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες, τόσο για την κύρια σύνταξη όσο και για επικούρηση και εφάπαξ. Αυτό όμως συνιστά άνιση μεταχείριση σε σχέση με τους μισθωτούς που έχουν καθορισμένο και υποχρεωτικό ποσοστό επικουρικής (3,25% + 3,25%).

ΠΗΓΗ: avgi – ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ